ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΓΙΑ ΑΓΡΙΟΥΣ, PART 11: «Άκου, Κλιντ»



Γράφει ο nissios, συνεχίζοντας από εδώ.
 
Μεγάλος σκηνοθέτης και συνάμα μεγάλος ηθοποιός ο Κλιντ Ίστγουντ. Κανείς δεν λέει όχι. Αν δεν ήταν και τόσο φανατικός ρεπουμπλικάνος, θα μας ήταν έτι συμπαθέστερος. Αλλά, τέλος πάντων, δικαίωμά του να είναι ό,τι θέλει. Εδώ δεν μιλάμε ούτε για το εγχώριο πολιτικό γίγνεσθαι, το αμερικάνικο μάς μάρανε; Η ουσία είναι ότι στη δουλειά του ως σινεμανθρώπου «σπέρνει», που λέει κι ένας φίλος μου ο Σάββας. Τι να πρωτοθυμηθούμε; Τα μυθικά «σπαγγέτι γουέστερν»; Τον θρυλικό Επιθεωρητή Κάλαχαν; Το Σκοτεινό Ποτάμι; Το Γκραν Τορίνο; Τους Ασυγχώρητους; Την Απόδραση απ’ το Αλκατράζ; Όλα αριστουργήματα. 
            Αν και με αυτό το τελευταίο, εμείς εδώ στον Πειραιά δεν πολυμασήσαμε, Κλιντάκο. Έγραψες στους τίτλους τέλους ότι η ταινία βασίζεται σε «αληθινά γεγονότα» και ιστορίες για αγρίους...Εντάξει, μπορεί και να μην έλεγες ψέματα. Περίμενες, όμως, ότι θα εντυπωσιαστούμε, γιατί ο δικός σου σκάλιζε με τον νυχοκόπτη τον τοίχο του κελιού του και, μετά από μια αιωνιότητα και μια μέρα, άνοιξε μια τρυπάρα να, και μην τον είδατε, μην τον απαντήσατε τον Κίτσο τον λεβέντη; Άκου, Κλιντ. Με κάτι τέτοια εντυπωσιάζονται μόνο τα αμερικανάκια. Εδώ στο Porto Draco, ό,τι και να δούμε στις ταινίες σας όλο και κάτι θα μας θυμίσει...
            Ο Ολυμπιακός υποδεχόταν στο Καραϊσκάκη την ομάδα που φέρει ως θυρεό την τροφή των προβάτων. Βέβαια οι φίλοι της εν λόγω ομάδας δεν μας την έκαναν συχνά την τιμή. Το γήπεδό μας τους ασκούσε μια μυστηριώδη απωθητική δύναμη. Όσες φορές αποπειράθηκαν να έρθουν στο αρχοντικό μας με το τρένο, πάντα κάτι συνέβαινε και επέστρεφαν με τον ίδιο συρμό που τους είχε φέρει. Όταν τώρα δοκίμαζαν την ποδαράτη μέθοδο της οδού Πειραιώς, πάλι κάτι συνέβαινε και δεν έφταναν ποτέ χαμηλότερα απ’ τον Ταύρο. «Βρε, ελάτε» τους λέγαμε. Τίπουτας. «Βρε, θα ’ναι ωραία». Ξανατίπουτας. «Βρε, εμείς πάντα ερχόμεθα και μας φιλοξενείτε, σας έχουμε υποχρέωση». Τίπουτας αυτοί. Μια ζωή παίρναμε γλυκά και κεράσματα, ώστε, αν τελικά φιλοτιμούνταν να κοπιάσουν, να βρουν το σπιτικό μας γεμάτο, και μια ζωή μας έμεναν τα γλυκά στα χέρια ή, το πολύ πολύ, τα μοιραζόμασταν με το μπασκιναριό. Ακριβώς έτσι είχε γίνει και τότε. Τώρα θα ρωτήσετε, και με το δίκιο σας: «Δηαδής πότε είναι αυτό το ¨τότε¨;»  Ε, δεν ενθυμούμαι καλώς, ρε αδέρφια, λιθοβολήστε με. Το 82 ήταν; Το 83 ήταν; Ούτως ή άλλως, εδώ δεν μιλάμε με στοιχεία, ψεύτες είμαστε, προπαγάνδα κάνουμε.
            Πάντως το μπασκινομάνι είχε γεμίσει τους πέριξ του σταδίου χώρους και δεν μας άφηνε να πλησιάσουμε τον σταθμό του τρένου. «Ρε, αφήστε μας να υποδεχτούμε τα παιδιά». Τίπουτας. «Ρε, μπορεί σήμερα να έρθουν τελικά». Ξανατίπουτας. «Ρε, ντροπή, άμα έρθουν, να μη βρεθεί ένας άνθρωπος να τους ανοίξει την πόρτα». Αυτοί ανένδοτοι. Ε, μια και δυο, κάποια στιγμή απελπιστήκαμε κι εμείς και κατόπιν δημοκρατικής τινός διαδικασίας -θα σας γελάσω για το ποια ακριβώς ήταν, αλλά η «διά βοής» ψηφοφορία ή η «δι’ ανατάσεως της δεξιάς χειρός» συγκεντρώνουν τις περισσότερες πιθανότητες- αποφασίσαμε να προσφέρουμε τα μετά κόπου περισυλλεγέντα γλυκά στο μπασκινολόι. Πάρε εσύ, κύριε αστυφύλαξ, ένα εκλέρ. Πάρε κι εσύ, κύριε πόλιζμαν, ένα φοντανάκι. Πάρε κι εσύ, κύριε όργανο, ένα tira-mi-su-gamhsw o,ti exeis kai den exeis...
            Όμως οι φρουροί της δημοσίας τάξεως ήταν και τότε βραδύνοες και προφανώς δεν αντελήφθησαν την ευγένεια της χειρονομίας μας και το αληθώς άκακο των προθέσεών μας. Διό και ξαμολύθηκαν στην κόντρα επίθεση, κατά τη διάρκεια της οποίας συνέλαβαν αρκετούς από μας. Μεταξύ άλλων, τον «Κόκκινο» και τον «Άσπρο».
            Όταν πια ο αγώνας είχε ξεκινήσει, η θύρα 7 σχεδόν αδιαφορούσε για την διακύμανση του σκορ και γενικώς τα όσα ετεκταίνοντο εντός των τεσσάρων γραμμών του χλοοτάπητος. Το μυαλό της ήταν στο έμψυχο περιεχόμενο της κλούβας η οποία βρισκόταν σταθμευμένη κάτω απ’ τη γέφυρα. Παράλληλα, το εν λόγω περιεχόμενο της εν λόγω κλούβας έπιανε την κουβέντα με τον εαυτό του.
-          Μαλάκα, εγώ θα φύγω.
-          Πλάκα κάνεις; Πώς;
-          Απ’ το παράθυρο.
-          Δεν γίνονται αυτά, ρε. Θα μας πιάσουν.
-          Γιατί, τώρα πιασμένοι δεν είμαστε; 
            Ο Κόκκινος διάλεξε μια στιγμή που οι φρουροί της Αχαΐας -έτσι την έλεγαν την κλούβα- είχαν απομακρυνθεί απ’ το όχημα και κάπνιζαν παραπέρα αμέριμνοι. Ξάπλωσε τ’ ανάσκελα, στήριξε τη ράχη του στο δάπεδο και, αμφοτέροις τοις ποσί, έριξε στο παράθυρο του τροχοφόρου μια μεγαλοπρεπή κλωτσά. (Γιατί, να το ξέρετε, φίλοι μου, αν και εύχομαι από ψυχής να μη σας χρειαστεί ποτέ η πληροφορία: Τα παράθυρα των κλουβών δεν ανοίγουν με κλωτσιές. Ανοίγουν μόνο με κλωτσές. Κι όμως, δεν είναι το ίδιο.) Πρώτο βγήκε το κεφάλι. Μετά βγήκε η μέση. Τελευταία βγήκαν τα πόδια, που λίγο πριν είχαν δώσει το σωτήριο λάκτισμα. Ακόμη πιο τελευταίος βγήκε ο Άσπρος, που τόση ώρα παρακολουθούσε σιωπηλός τις κινήσεις του φίλου του, προσπαθώντας να απομνημονεύσει την ακριβή διαδικασία, ώστε να την επαναλάβει όσο μπορούσε πιστότερα. Φτου ξελευτερία για όλους και καλή κοινωνία!
            Οι δύο φίλοι μπήκαν στο γήπεδο απ’ τη θύρα 6 και διέσχισαν όλο το πλάτος της, κατευθυνόμενοι προς την 7, που ήταν και ο φυσικός τους χώρος. Απ’ όπου περνούσαν, ο κόσμος σηκωνόταν όρθιος κάνοντας κάτι σαν «ola». Με την είσοδό τους στην θύρα 7 δεν θα σας πω τι συνέβη. Πάντως όσοι δεν ήταν ενήμεροι για ό,τι είχε προηγηθεί απόρησαν με την έκρηξη του πάνδημου ενθουσιασμού και άρχισαν να ρωτούν τους διπλανούς τους: «Τι έγινε ρε; Γκολ βάλαμε;». Οπότε οι ενήμεροι ενημέρωναν τους ανενημέρωτους «Όχι, ρε. Ο Κόκκινος τούς έφυγε μέσα απ’ τα χέρια τους. Κόκκινος, λέμε. Κόκ-κι-νος. Τι δεν καταλαβαίνετε;»
            Αυτά, Κλιντ. Και επίτρεψέ μου να σε βεβαιώσω ότι αυτό που διάβασες «is based on a true story».
FIN
(διάλειμμα για διαφημίσεις πριν τη βροχή των υστερόγραφων)
 
ΥΓ1: Don’t try this at home, που έλεγε κι η γιαγιά μου, η Κρητικιά. Don’t try this anywhere, που έλεγε κι ο παππούς μου, ο επίσης Κρητικός. 
ΥΓ2: Οι φίλοι που θα αναρωτηθούν πώς και το παράθυρο της κλούβας δεν διέθετε κάγκελα παρά μόνο τζαμάκι να είναι βέβαιοι ότι θα μεταφέρω την απορία τους στον κατασκευαστή του οχήματος, καθώς εγώ δεν γνωρίζω την απάντηση.
ΥΓ3: Οι φίλοι που θα αναρωτηθούν πώς και οι απομεμακρυσμένοι και καπνίζοντες φρουροί της Αχαΐας δεν άκουσαν τον γδούπο, προφανώς δεν γνωρίζουν τι σημαίνει «Καραϊσκάκειος βουή». Άλλωστε το είπαμε, οι άνθρωποι ήταν και τότε βραδύνοες. Ή για να το πούμε κομψότερα, «δεν διέπρεπαν ἐπ’ εὐφυΐᾳ», ακριβώς όπως ο σύζυγος της Φραγκογιαννούς στην παπαδιαμάντειο Φόνισσα «δεν διέπρεπε ἐπὶ δραστηριότητι» (Μαουνιέρη, γέλα ελεύθερα).   
ΥΓ4: Φίλε tsalouxidis, το ξέρω. Πιάστηκα ανακόλουθος προς τον εαυτό μου. Μην παρεξηγείς. Εδέχθην πιέσεις αφορήτους... Για να σε καλοπιάσω, σου χαρίζω κι ένα τραγουδάκι που, εκτός από σένα, το αφιερώνω και στον Κόκκινο και τον Άσπρο. (Να ’ναι καλά και οι δύο. Ο Κόκκινος, δόξα τω Θεώ, είναι. Έχει και μια κορούλα που φέτος θα δώσει πανελλήνιες. Ο Άσπρος δεν ξέρω):

 
Νissios.

Σχόλια

Εικόνα μαουνιέρης

"Εν τακτική αταξία", που θα έγραφε και ο κυρ-Αλέξενδρος, μιας και τον εμνημόνευσες. Ωραία πράγματα, "γ-nissie" ή, όπως θα έλεγε και πάλιν ο Παπαδιαμάντης: "μη αποδεδεγμένης χρησιμότητος"! Τα καλύτερα είναι αυτά. Κeep on, friend!

Εικόνα tsalouxidis

Η χάρις του παναγίου Πνεύματος δια της εμής ελαχιστότητος, έχει σε λελυμένον και συγκεχωρημένον.

Εικόνα ze ηλιας

πολύ καλό,θέλουμε κι άλλες ιστορίες για να θυμούνται οι παλιοί και να μαθαίνουν οι νέοι

Εικόνα apostolos gaganis

Xαριτωμένο κείμενο. Έξοχο. Προσεγμένο. Χιουμοριστικό. ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΟ. Σημαντική προσθήκη ο nissios στο ΄΄οπλοστάσιο΄΄ του RATM. Ό,τι χρειάζεται για να ξεκινήσει ένας γαύρος την ημέρα του, ενώ πίνει τον καφέ του και ακούει την αγαπημένη του μουσική... Χαίρομαι. ΕΥΓΕ!

Εικόνα Νίκος Γόδας

Μας έλειψε αυτή η ενότητα.

Εικόνα ΔΙΑΣ

επειδή είδαν κι αποείδαν οι υπεύθυνοι με τα "τρωτά" των οχημάτων, τα μετέτρεψαν σε ΚΤΕΛ για τη μεταφορά των ακατάδεκτων οπαδών στα υπόλοιπα ελληνικά γήπεδα.